Φουκουσίμα: Η πυρηνική καταστροφή - Κώστας Σκορδούλης

Φουκουσίμα: τα γεγονότα

Καθώς η αποτίμηση από τον καταστροφικό σεισμό των 9 Ρίχτερ προχωρεί, στην πόλη Sendai και τη γύρω επαρχία Miyagi, η πυρηνική καταστροφή στο πυρηνικό εργοστάσιο Φουκουσίμα Daiichi εμφανίζεται ολοένα και πιο ζοφερή.
Στο εργοστάσιο αυτό υπάρχουν συνολικά έξι αντιδραστήρες. Εκρήξεις υδρογόνου συνέβησαν αρχικά στα κτήρια στα οποία στεγάζονται οι αντιδραστήρες # 1 και # 3 ‒ την ώρα που η ιαπωνική κυβέρνηση και η εταιρεία εκμετάλλευσης των αντιδραστήρων TEPCO (Tokyo Electric Power Company) προσπαθούν να ανακτήσουν τον έλεγχο της ψύξης των αντιδραστήρων, ώστε να αποφευχθεί η συνολική κατάρρευση. Οι ειδικοί επιστήμονες εμφανίζονται βέβαιοι ότι οι ράβδοι καυσίμου στους εν λόγω αντιδραστήρες έχουν λιώσει.
Λίγο μετά, σημαντικά προβλήματα εμφανίστηκαν στους αντιδραστήρες # 2 και # 4. Στον αντιδραστήρα # 2 συνέβη μια έκρηξη πολύ ισχυρότερη από τις προηγούμενες, γεγονός που οδηγεί τους επιστήμονες να σκεφθούν ότι πιθανόν έχει καταστραφεί το περίβλημα του αντιδραστήρα. Στα δελτία ειδήσεων υποστηρίζεται ότι η ράβδος καυσίμου στον αντιδραστήρα # 2 είναι πλέον εν μέρει ή πλήρως εκτεθειμένη, λόγω της απώλειας του ψυκτικού υγρού. Χωρίς να κυκλοφορεί νερό για να διατηρήσει τις ράβδους καυσίμου σε ψύξη, είναι δυνατόν να αναπτυχθούν θερμοκρασίες μέχρι 2000 βαθμούς Κελσίου, οπότε να προκληθεί τήξη τους. Κατα τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας οι ράβδοι του καυσίμου αρχίζουν να καίγονται και να εκπέμπουν υψηλές ποσότητες ακτινοβολιών και ραδιενεργών υλικών στο περιβάλλον.
Δυστυχώς δεν υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες για την πραγματική έκταση των καταστροφών. Επιπλέον, η δεξαμενή που περιέχει μεταχειρισμένες πυρηνικές ράβδους καυσίμου του αντιδραστήρα # 4 έπιασε φωτιά, με αποτέλεσμα την εκπομπή υψηλών ποσών ραδιενέργειας. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι οι χρησιμοποιημένες ράβδοι καυσίμου πρέπει να διατηρούνται σε ψύξη για αρκετά χρόνια μετά την αντικατάστασή τους.
Πρόσφατες πληροφορίες, ωστόσο, δείχνουν ότι τα μεταχειρισμένα καύσιμα στη δεξαμενή του αντιδραστήρα # 4 βρίσκονται στο σημείο βρασμού ενώ τα μεταχειρισμένα καύσιμα σε δεξαμενές των αντιδραστήρων # 5 και # 6 θερμαίνονται επικίνδυνα. Η κατάσταση εξακολουθεί να είναι ρευστή, αλλά τα προβλήματα στις δεξαμενές με το μεταχειρισμένο καύσιμο περιορίζουν τις προσπάθειες των εργαζομένων για έλεγχο των αντιδραστήρων. Εάν συμβούν επιπλέον πυρκαγιές και εκρήξεις στις δεξαμενές, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μαζική εκροή ραδιενέργειας, θέτοντας έτσι σε άμεσο κίνδυνο την υγεία του πληθυσμού αλλά και την ισορροπία του παγκόσμιου οικοσυστήματος, λόγω της συνεπαγόμενης διείσδυσης των ραδιενεργών στοιχείων στην τροφική αλυσίδα.
Την περασμένη Τετάρτη, οι αρχές της Ιαπωνίας, στη θάλασσα γύρω από το πυρηνικό εργοστάσιο Φουκουσίμα Νταϊτσί, μέτρησαν τη μεγαλύτερη αύξηση στις συγκεντρώσεις ραδιενεργού ιωδίου. Οι μετρήσεις έδειξαν ότι τα επίπεδα ραδιενεργού ιωδίου ήταν 4.385 φορές πάνω από τα επιτρεπτά όρια, ενώ εντοπίστηκαν και ίχνη ραδιενεργού ιωδίου-131 10.000 φορές πάνω από το επιτρεπτό όριο σε βάθος 15 μέτρων στο υπέδαφος κοντά στον πυρηνικό αντιδραστήρα. Παράλληλα, ανακοινώθηκε ότι μετρήθηκε συγκέντρωση ραδιενεργού καισίου στο κρέας βοοειδών που σφαγιάστηκαν στις 15 Μαρτίου σε απόσταση 70 χλμ από τις πυρηνικές εγκαταστάσεις. Αυτές είναι ενδείξεις ότι ίσως να διαρρέει συνεχώς ραδιενέργεια, ενώ οι μηχανικοί δεν γνωρίζουν αν η διαρροή προέρχεται από έναν ή περισσότερους αντιδραστήρες.
Έγινε επίσης γνωστό πως διαπιστώθηκε έκλυση καπνού από έναν από τους αντιδραστήρες του δεύτερου πυρηνικού εργοστασίου που διαχειρίζεται η TEPCO, το Φουκουσίμα Νταϊνί. Αυτό το εργοστάσιο διαθέτει τέσσερις αντιδραστήρες, οι οποίοι έκλεισαν αμέσως μετά το σεισμό των 9 Ρίχτερ της 11ης Μαρτίου.
Η κυβέρνηση της Ιαπωνίας, πάντως, εξακολουθεί να εφαρμόζει με τον δικό της τρόπο τους διεθνείς κανόνες ασφαλείας ενισχύοντας την ανησυχία στη διεθνή κοινότητα. Για παράδειγμα, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) πρότεινε την επέκταση της ζώνης εκκένωσης σε απόσταση 40 χλμ. από το πυρηνικό εργοστάσιο. Σε αντίθεση, η Ιαπωνική Υπηρεσία Πυρηνικής Ασφάλειας ανέφερε ότι θα εξετάσει την πρόταση, αλλά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν την δέχθηκε.
Η TEPCO είχε ανακοινώσει νωρίτερα πως θα παροπλίσει τους τέσσερις κατεστραμμένους αντιδραστήρες στο συγκρότημα Νταϊτσί και ότι θα διαπραγματευτεί με την κυβέρνηση και τους κατοίκους της περιοχής για να αποφασίσει αν θα συνεχίσει τη λειτουργία των αντιδραστήρων 5 και 6 του ίδιου σταθμού, καθώς και των αντιδραστήρων στο Φουκουσίμα Νταϊνί.
Εν τω μεταξύ, η Tepco ξεκίνησε χθές τα ξημερώματα την απόρριψη των πρώτων από τους 11.500 τόνους ραδιενεργού νερού που θα ριχθούν στη θάλασσα, 250 χλμ. βόρεια του Τόκιο, προκειμένου να εξοικονομηθεί περισσότερος χώρος για το ραδιενεργό νερό που εκλύεται στον πυρηνικό σταθμό. Σύμφωνα με την εταιρεία, τα επίπεδα ραδιενέργειας σε αυτό είναι 100 φορές πάνω από το κανονικό, ωστόσο το νερό αυτό θεωρείται ελαφρώς ραδιενεργό, ενώ παραδέχθηκε ότι ανίχνευσε επίπεδα ραδιενεργού ιωδίου 7,5 εκατ. φορές υψηλότερα από το νόμιμο όριο στο θαλασσινό νερό κοντά στην τσιμεντένια τάφρο που έχει υποστεί ρωγμή στον πυρηνικό σταθμό της Φουκουσίμα.
Όπως ανακοινώθηκε από την εταιρεία, η κίνηση απόρριψης ραδιενεργού νερού στη θάλασσα, γίνεται προκειμένου να εξοικονομηθεί περισσότερος χώρος για το ραδιενεργό νερό που εκλύεται και στο οποίο τα επίπεδα ραδιενέργειας είναι κατά πολύ υψηλότερα.
Η απόρριψη του νερού αποφασίστηκε έπειτα από τις αποτυχημένες προσπάθειες να σταματήσει η διαρροή ραδιενεργού νερού από μια ρωγμή στον αντιδραστήρα #2.
Η ιαπωνική κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι μπορεί να χρειαστούν αρκετοί μήνες για να τεθεί υπό έλεγχο η διαροή και ταυτόχρονα απαγόρευσε την αλιεία σε ακτίνα 20 χιλιομέτρων γύρω από τον πυρηνικό σταθμό.

Η πυρηνική βιομηχανία της Ιαπωνίας

Με αυτό δεδομένο, εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι η πυρηνική βιομηχανία στην Ιαπωνία, καθώς και σε ολόκληρο τον κόσμο, βασίζεται στο κέρδος, δίνοντας στους ιδιοκτήτες των εταιρειών, στους προμηθευτές και στους φορείς εκμετάλλευσης της ενέργειας ένα συνεχές κίνητρο για να παρακάμψουν τους κανόνες ασφάλειας.
Ο αντιδραστήρας Φουκουσίμα βασίζεται σε τεχνολογία σχεδιασμού της General Electric πριν από 40 χρόνια. Αυτός ο τύπος, που είναι ήδη ξεπερασμένος, βρίσκεται σε άλλες 6 πυρηνικές εγκαταστάσεις στην Ιαπωνία και σε τουλάχιστον 21 στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η εταιρεία εκμετάλλευσης του συγκροτήματος Fukushima, Tokyo Electric Power (TEPCO), έχει ένα αμαρτωλό παρελθόν όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους κανόνες ασφαλείας. Το 2003, οι 17 πυρηνικοί σταθμοί της έκλεισαν προσωρινά λόγω ενός σκανδάλου που αφορούσε παραποιημένες εκθέσεις επιθεώρησης, ενώ το 2006 βγήκε στην επιφάνεια ένα άλλο σκάνδαλο που αφορούσε ψεύτικα στοιχεία τα οποία παρουσίασε η ίδια εταιρεία.
Οι επιστήμονες ήδη έχουν εκφράσει βαθιά ανησυχία για την ασφάλεια πολλών από τις πυρηνικές εγκαταστάσεις της Ιαπωνίας, ορισμένες από τις οποίες χρονολογούνται από τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, μεταξύ των άλλων και για τη Φουκουσίμα εδώ και πολύ καιρό όπως και για το εργοστάσιο Hamaoka, μόλις 100 μίλια νοτιοδυτικά του Τόκιο.
Σε μια ορθολογικά σχεδιασμένη παγκόσμια οικονομία, η τοποθέτηση δεκάδων πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στην πιο ενεργή γεωλογικά ζώνη του πλανήτη και σε μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του θα πρέπει να θεωρηθεί παραφροσύνη. Αλλά για την καπιταλιστική οικονομία του ανταγωνισμού των εθνών-κρατών, και συγκεκριμένα για την ιαπωνική αστική τάξη, είναι περισσότερο επιτακτική η ανάγκη για την επίτευξη εσωτερικής ενεργειακής επάρκειας, καθώς η χώρα δεν διαθέτει κοιτάσματα πετρελαίου, φυσικού αερίου ή άνθρακα.
Επιπλέον, η ιαπωνική άρχουσα τάξη είχε πικρή εμπειρία με προηγούμενες ενεργειακές κρίσεις πολύ πριν από το 1973. Ήδη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα από τα σημαντικότερα κίνητρα του ιαπωνικού ιμπεριαλισμού για την έναρξη προληπτικού πολέμου κατά των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν το εμπάργκο της κυβέρνησης Roosevelt σε καύσιμα ως αντίποινα για την ιαπωνική επίθεση στην Κίνα.

Η συζήτηση για την πυρηνική ενέργεια

Η συζήτηση βέβαια δεν αφορά μόνο την Ιαπωνία, δεδομένου ότι ήδη στην Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργούν 143 εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας εγκατεστημένα σε έξι κράτη-μέλη που παράγουν περίπου το 34% της χρησιμοποιούμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε επίπεδο πολιτικής έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια μια ανταλλαγή επιχειρημάτων σχετικά με το μέλλον της πυρηνικής ενέργειας. Με αφορμή τα ατυχήματα στα πυρηνικά εργοστάσια του Harrisburg (Βρετανία) και του Three Mile Island (ΗΠΑ) τη δεκαετία του ’70 αλλά και του Τσερνομπίλ το 1986, τέθηκε το ζήτημα της ασφάλειας των πυρηνικών εγκαταστάσεων. Η σύνολη συζήτηση συνδεόταν και με το ζήτημα των πυρηνικών εξοπλισμών και το ενδεχόμενο ενός παγκόσμιου πυρηνικού πολέμου, όπως και τις επαπειλούμενες καταστροφές. Ωστόσο, το πλαίσιο της αντιπαράθεσης σήμερα είναι διαφοροποιημένο.
Οι υποστηρικτές της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας υποστηρίζουν ότι:
δεν προκαλεί ατμοσφαιρική ρύπανση και δεν επιτείνει το φαινόμενο του θερμοκηπίου, διότι δεν παράγει απόβλητα σε αέρια μορφή, αφού κατά δήλωση είναι μια απολύτως καθαρή μορφή παραγωγής ενέργειας από όλες τις πλευρές
το κόστος παραγωγής είναι πολύ χαμηλό, αν λάβουμε υπόψη ότι παράγονται τεράστια ποσά ισοδύναμου του πετρελαίου από μικρή ποσότητα ουρανίου
υπάρχουν αρκετά αποθέματα ουρανίου για να λύσουν το ενεργειακό πρόβλημα τους επόμενους αιώνες, τη στιγμή που στατιστικές μελέτες αναφέρουν ότι το υπάρχον απόθεμα λιγνίτη επαρκεί μόνο για τα επόμενα 300 χρόνια, ενώ το πετρέλαιο θα έχει εξαφανιστεί την προσεχή εκατονταετία
θεωρείται η πλέον ωφέλιμη μελλοντική πηγή ενέργειας για την ανθρωπότητα, διότι θα προσφέρει ενέργεια χαμηλού κόστους και ταυτόχρονα δεν θα επιβαρύνει το περιβάλλον.
Τα μέλη και οι υποστηρικτές του αντιπυρηνικού κινήματος στηρίζουν τις απόψεις τους στα εξής επιχειρήματα:
για να κατασκευαστεί ένα εργοστάσιο, να συντηρηθεί, να διαμορφωθεί ασφαλής φύλαξη των αποβλήτων και να ανανεώνεται συνεχώς ο τεχνικός εξοπλισμός για την πληρέστερη ασφάλεια των εργαζομένων απαιτείται μεγάλο οικονομικό κόστος, το οποίο τελικά καθιστά τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας οικονομικά ασύμφορη
η πυρηνική ενέργεια έμμεσα ρυπαίνει την ατμόσφαιρα, διότι παράγει διοξείδιο του άνθρακα από το καύσιμο που χρησιμοποιείται κατά την εξόρυξη του ουρανίου
τα παραγόμενα ραδιενεργά απόβλητα δημιουργούν τεράστιο πρόβλημα ως προς την απόθεσή τους. Παρ’ όλο που διεθνείς συμβάσεις, όπως το Πρωτόκολλο της Βαρκελώνης, καθορίζουν τις διαδικασίες αντιμετώπισής τους, πολλές χώρες του Τρίτου Κόσμου δέχονται να αποθηκεύουν πυρηνικά απόβλητα, στο πλαίσιο των οικονομικών αναγκών τους, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η απειλούμενη υγεία των ανθρώπων και η προστασία του περιβάλλοντος. Έχουν εντοπιστεί περιπτώσεις ανοξείδωτων βαρελιών με πυρηνικά απόβλητα που ρίχνονται στη θάλασσα, όπου η συνεχής ακτινοβολία που εκπέμπεται από το ραδιενεργό περιεχόμενό τους μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα τα μετατρέπει σε οξειδωτά. Κατά συνέπεια, αφού σκουριάσουν φυσικά τρυπούν και τα πυρηνικά απόβλητα ελευθερώνονται καταστρέφοντας τη θαλάσσια ζωή και ταυτόχρονα, μέσω της τροφικής αλυσίδας, φτάνουν και στους υπόλοιπους έμβιους οργανισμούς, μη εξαιρουμένου και του ανθρώπου
τα πυρηνικά ατυχήματα θέτουν συχνά την ανθρώπινη ζωή σε κίνδυνο (πέραν των ατόμων που χάνουν άμεσα τη ζωή τους κατά την εμφάνιση ενός πυρηνικού ατυχήματος). Στις περιπτώσεις ατυχήματος, λοιπόν, χιλιάδες άνθρωποι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, πολλά από τα οποία οδηγούν στο θάνατο. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος στα ατυχήματα πυρηνικών αντιδραστήρων δεν οφείλεται στα άμεσα αποτελέσματα της έκρηξης ή της πυρκαγιάς, αλλά στην επακόλουθη απελευθέρωση μεγάλων ποσοτήτων ραδιενεργού υλικού από τον αντιδραστήρα. Δεν υπάρχει ουσιαστικά κανένα όριο στο μέγεθος της καταστροφής που μπορεί να συμβεί. Χιλιάδες θάνατοι προξενήθηκαν από το ατύχημα του Τσερνομπίλ το 1986, ενώ τεράστιες εδαφικές εκτάσεις νεκρώθηκαν
η θερμική ρύπανση που προέρχεται από τους τόνους υψηλής θερμοκρασίας νερού που αποδεσμεύεται από τους πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έχει ολέθρια αποτελέσματα για τη χλωρίδα και την πανίδα των λιμνών και των ποταμών στους οποίους καταλήγει. Η άνοδος της θερμοκρασίας του νερού όχι μόνο καταστρέφει τις φυσιολογικές και αναπαραγωγικές λειτουργίες των υδρόβιων οργανισμών, αλλά συντελεί και στη δημιουργία μεγάλων στρωμάτων φυκιών που επιτείνουν το πρόβλημα του ευτροφισμού.
Η πυρηνική ενέργεια αποτελεί μία από τις παραμέτρους που υπεισέρχονται στη συζήτηση για την αναζήτηση τρόπων αντιμετώπισης των προβλημάτων τα οποία συνδέονται με την αλλαγή του κλίματος, καθώς και τρόπων μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης από τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Βραχυπρόθεσμα, για να εξακολουθεί να αποτελεί η πυρηνική ενέργεια θέμα προβληματισμού στο πλαίσιο των ενεργειακών αναγκών, θα χρειαστεί να εξευρεθούν ασφαλείς και ταυτόχρονα αποδεκτοί από την κοινωνία τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος των πυρηνικών αποβλήτων και πιο συγκεκριμένα λύσεις για τη διαχείριση των αποβλήτων μακράς διάρκειας ζωής.
Οι συνέπειες ενός πυρηνικού ατυχήματος, όπως αυτό στο Τσέρνομπιλ, ή παλαιότερα στο Harrisburg και στο Three Mile Island, θέτουν την ανθρώπινη κοινότητα προ των ευθυνών της. Ευθύνες για τη μη ορθολογική χρήση των υπαρχουσών ενεργειακών πηγών και ευθύνες για τη μη τήρηση αυστηρών προδιαγραφών στα ήδη υπάρχοντα πυρηνικά εργοστάσια ‒ όσον αφορά τόσο τις διαδικασίες λειτουργίας τους όσο και την εξασφάλιση χώρων ταφής των αποβλήτων.

Οι βιολογικές επιδράσεις των ακτινοβολιών

Η αλληλεπίδραση της ακτινοβολίας με την ύλη θεωρείται ως η σημαντικότερη διεργασία στη φύση. Η εξέλιξη του σύμπαντος και κατ’ επέκταση των ζώντων οργανισμών, θεωρητικά τουλάχιστον διαμορφώθηκε από τη δράση της υπεριώδους και των σωματιδιακών ακτινοβολιών α, β και γ. Η δημιουργία των ποικίλων οργανικών ενώσεων και των στοιχείων που καθόρισαν την εξέλιξη του πλανήτη, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην επίδραση ακτινοβολιών υψηλής ενέργειας.
Οι ακτινοβολίες, όσον αφορά τη σοβαρότητα των αποτελεσμάτων που προκαλούν κατά την επίδρασή τους με τους βιολογικούς ιστούς, διακρίνονται σε ιοντίζουσες και μη ιοντίζουσες ακτινοβολίες.
Οι μη ιοντίζουσες ακτινοβολίες είναι οι ακτινοβολίες στις οποίες το εκπεμπόμενο φωτόνιο έχει ενέργεια μικρότερη της ελάχιστης τιμής των 12,4 eV, που απαιτείται για την πρόκληση ιονισμών, δηλαδή συχνότητα μέχρι 1015 Hz. Στις ακτινοβολίες αυτές περιλαμβάνονται: η συχνότητα του δικτύου παροχής ηλεκτρικής ενέργειας (50 Hz), οι συχνότητες ραδιοφώνων, τηλεοράσεων και οι συχνότητες των ραντάρ και των δορυφορικών επικοινωνιών.
Οι μη ιοντίζουσες ακτινοβολίες μεταφέρουν σχετικά μικρή ενέργεια, μη ικανή κατά την αλληλεπίδραση με τους βιολογικούς ιστούς να προκαλέσει άμεσα ιονισμό, αλλά ικανή να προκαλέσει ηλεκτρικές, θερμικές ή χημικές επιδράσεις στα κύτταρα άλλοτε ευεργετικές και άλλοτε επιβλαβείς για τη λειτουργία τους.
Ως ιοντίζουσες ακτινοβολίες ονομάζονται οι ακτινοβολίες οι οποίες μεταφέρουν ενέργεια μεγαλύτερη από 10 eV και είναι ικανές να εισχωρήσουν στην ύλη, να διασπάσουν χημικούς δεσμούς και να προκαλέσουν βιολογικές βλάβες σε ζώντες οργανισμούς. Ιοντίζουσες ακτινοβολίες είναι οι ακτινοβολίες Χ και γ.
Το 1968 στις ΗΠΑ έγινε η σύσταση της Συμβουλευτικής Ομάδας Διαχείρισης Ηλεκτρομαγνητικής Ακτινοβολίας (Electromagnetic Radiation Management Advisory Council) η οποία το 1971 εξέδωσε μια έκθεση για τον έλεγχο της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας και που μεταξύ των άλλων η έκθεση αυτή αναφέρει: «Εκτός αν γίνει επαρκής παρακολούθηση και έλεγχος που θα βασίζονται σε μια θεμελιώδη κατανόηση των βιολογικών αποτελεσμάτων των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, στο εγγύς μέλλον, ο άνθρωπος στις ερχόμενες δεκαετίες ίσως να μπει σε μια εποχή ρύπανσης του περιβάλλοντος παρόμοιας με αυτή της χημικής ρύπανσης», και συνεχίζει «οι συνέπειες εσφαλμένης εκτίμησης ή κρίσης των βιολογικών αποτελεσμάτων της μακροχρόνιας έκθεσης σε χαμηλής στάθμης ακτινοβολία θα μπορούσαν να γίνουν ένα κρίσιμο πρόβλημα για τη δημόσια υγεία, ειδικά αν υπεισέρχονται γενετικές βλάβες».
Σήμερα η συνεχής έκθεση των οργανισμών σε υψηλά ποσά ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας έχει έντονα ανησυχήσει την επιστημονική κοινότητα. Η καθιέρωση αυστηρότατων ορίων επικινδυνότητας είναι πλέον υπαρκτή ταυτόχρονα με την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τη χρήση συσκευών που εκπέμπουν ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία.
Όλα τα έμβια όντα δέχονται συνεχώς διάφορα είδη ακτινοβολιών τα οποία είτε συμμετέχουν σε φυσιολογικές διεργασίες όπως η φωτοσύνθεση, είτε δημιουργούν επιβλαβείς επιδράσεις που οφείλονται στην έκθεση των οργανισμών σε ασυνήθιστες μορφές ακτινοβολίας ή σε μεγάλες δόσεις συνηθισμένων ακτινοβολιών.
Όταν οι ιστοί εκτεθούν σε ισχυρή δόση ακτινοβολίας, παρουσιάζονται διάφορες χημικές μεταβολές οι οποίες οδηγούν σε αλλοιώσεις. Οι αλλοιώσεις αυτές αφορούν σωματικές - βραχυχρόνιες επιδράσεις και γενετικές και μακροχρόνιες διαφοροποιήσεις.
Οι γενετικές επιδράσεις αναφέρονται σε βλάβες των σωματιδίων των γεννητικών κυττάρων, δηλαδή των χρωματοσωμάτων και των γονιδίων. Πολλές φορές γενετικές αλλαγές με τη χρήση ακτινοβολιών είναι επιδιωκόμενες, κυρίως από τους γεωπόνους, για τη δυνατότητα δημιουργίας νέων ποικιλιών. Στις περιπτώσεις αυτές είναι αυστηρά ελεγχόμενη η διοχετευόμενη δόση ακτινοβολίας έτσι ώστε η επιτυγχανόμενη μετάλλαξη να επηρεάζει ενδιαφερόμενους χαρακτήρες όπως είναι η πρώιμη ωρίμανση, η ανθεκτικότητα σε ασθένειες, κ.α. Στην άλλη περίπτωση όταν ζώα και φυτά εκτίθενται σε ακτινοβολία η οποία αθροιστικά περνά τα όρια επικινδυνότητας, αρχίζουν να εμφανίζονται γονιδιακές και χρωμοσωμικές μεταλλάξεις οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις δημιουργούν προβλήματα κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής διαδικασίας.
Οι σωματικές επιδράσεις αναφέρονται σε όλων των ειδών τις αλλοιώσεις που παρατηρούνται στα κύτταρα του κάθε οργανισμού, όταν αυτός δεχθεί υψηλά ποσά ακτινοβολίας. Στην περίπτωση αυτή παρατηρείται δυσλειτουργία της κυτταρικής διαίρεσης, με αποτέλεσμα τα εμβυικά κύτταρα να πολλαπλασιάζονται με διαφορετικό ρυθμό στα διάφορα μέρη του οργανισμού. Αποτέλεσμα αυτού του πολλαπλασιασμού είναι η εμφάνιση δυσαναλογίας των μελών του οργανισμού κατά την ενηλικίωση. Το φαινόμενο αυτό έχει παρατηρηθεί τόσο στα ζώα και τα φυτά κατά τη διάρκεια πειραμάτων όσο και στον άνθρωπο. Η λανθασμένη διαδικασία της βιολογικής διαίρεσης λόγω υπερβολικής έκθεσης σε ακτινοβολία προκαλεί καρκίνο στα ζώα και παραμόρφωση των φυτών.
Πέρα από την άμεση έκθεση στην ακτινοβολία, θα πρέπει να σημειωθεί ότι και μέσα από τις οδούς της τροφικής αλυσίδας, τα ραδιενεργά στοιχεία εισχωρούν στον οργανισμό, μεταβολίζονται, ορισμένα από αυτά καθηλώνονται στους ιστούς και μετατρέπονται σε εσωτερικές πηγές ακτινοβολίας .
Από τα στοιχεία αυτά, σημαντικό ρόλο στην εσωτερική ακτινοβολία του σώματος παίζει το ραδιενεργό κάλιο. Το στοιχείο κάλιο είναι ένα από τα μέταλλα τα απαραίτητα για τη ζωή, η έλλειψη ή το πλεόνασμα του οποίου στον οργανισμό οδηγεί σε παθολογικές καταστάσεις. Στη φύση, το σταθερό κάλιο, βρίσκεται σε ισορροπία με το φυσικό ραδιενεργό του ισότοπο το κάλιο-40, και προφανώς συνυπάρχει με αυτό σε σταθερή αναλογία στον ανθρώπινο οργανισμό, όπου η στάθμη του στους ιστούς ρυθμίζεται από ομοιοστατικούς μηχανισμούς. Στο σώμα ενός φυσιολογικού άνδρα διασπώνται περίπου 5000 πυρήνες καλίου-40 κάθε δευτερόλεπτο. Το κάλιο-40 υπάρχει σε όλες σχεδόν τις τροφές και τα ποτά και εισέρχεται στον οργανισμό μέσω της τροφικής αλυσίδας. Το ίδιο συμβαίνει και με όλα τα στοιχεία – μέλη των ραδιενεργών οικογενειών όπως το καίσιο και το στρόντιο. Κατά το ατύχημα του Τσερνομπιλ, τα ραδιενεργά στοιχεία που επικάθησαν στην επιφάνεια της γης μέσα πο την τροφική αλυσσίδα εισήλθαν στον ανθρώπινο οργανισμό και προλάλεσαν σοβαρές βλάβες.
Ο καρκίνος του δέρματος ήταν η πρώτη αρνητική επίπτωση της έκθεσης στις ιοντίζουσες ακτινοβολίες. Πολλοί από τους πρώτους ερευνητές που εργάστηκαν με ραδιενεργές ουσίες, (ράδιο, κ.ά.), παρουσίασαν λευχαιμία και άλλες μορφές καρκίνου.
Τα μέχρι τώρα συμπεράσματα για τις βιολογικές επιδράσεις, αναφέρονται σε:
επιδράσεις στο νευρικό σύστημα (αλλαγή συμπεριφοράς, αδυναμίες μάθησης, επιληψία, κλπ.)
επιδράσεις γενετικές (μείωση δείκτη γονιμότητας, τερατογενέσεις, ανωμαλίες σπέρματος, κλπ.)
επιδράσεις καρδιακές (βραδυκαρδία, ταχυκαρδία, αύξηση χοληστερόλης, κλπ.)
επιδράσεις αιματολογικές (καταστολή ή διέγερση του αιμοποιητικού συστήματος)
επιδράσεις ενδοκρινολογικές (μεταβολές των ορμονών κλπ.)
Οι επιδράσεις αυτές αποδέχονται σχετική αμφισβήτηση διότι προέρχονται κυρίως από πειράματα σε δοκιμαστικό σωλήνα με τη χρήση πειραματόζωων (in vitro), επομένως δεν είναι σίγουρο ότι θα εμφανιστούν και στον ανθρώπινο οργανισμό ο οποίος παρουσιάζει ολοκληρωμένους μηχανισμούς αντίστασης στις εξωτερικές επιδράσεις (in vivo).
Οι επιδράσεις που γίνονται αποδεκτές χωρίς αμφισβήτηση είναι:
καταρρακτογένεση από μικροκυματικές κυρίως συχνότητες,
μικροκυματικά ακούσματα, η δημιουργία δηλαδή παραισθήσεων ακουστών σημάτων, όταν ο εγκέφαλος δεχθεί μικροκυματική δέσμη,
επίδραση στους βηματοδότες, οι ηλεκτρικοί παλμοί που εκπέμπονται από διάφορες διατάξεις είναι δυνατόν να επηρεάσουν δυσμενώς τη λειτουργία των βηματοδοτών. Η τιμή της έντασης του ηλεκτρικού πεδίου του εξωτερικού παλμού πάνω από την οποίαν επηρεάζεται η λειτουργία του βηματοδότη, λέγεται «κατώφλι ηλεκτρομαγνητικής παρεμβολής»,
καρκινογένεση,
Πράγματι, οι ιοντίζουσες ακτινοβολίες μπορούν να προκαλέσουν βιολογικές βλάβες όταν προσβάλλουν έμβια όντα. Συγκεκριμένα, ένα κύτταρο υπό την επίδραση ισχυρών ιοντιζουσών ακτινοβολιών μπορεί να υποστεί αλλοιώσεις και, επίσης μπορεί να υποστεί μόνιμη αλλαγή του γενετικού υλικού (μετάλλαξη) ή ολική καταστροφή.
Σήμερα, χωρίς αμφιβολία, είναι αποδεκτό από όλους ότι η υπερβολική έκθεση σε κάθε μορφή ακτινοβολίας, προκαλεί αλλοιώσεις σε κάθε ζώντα οργανισμό και ταυτόχρονα ανατρέπει την οικολογική διαδοχή στη γήινο οικοσύστημα.
Μετά το ατύχημα του Τσερνομπίλ έχει αυξηθεί διεθνώς η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση όσον αφορά την πυρηνική ασφάλεια και την ακτινοπροστασία.
Παρα τις οποιεσδήποτε οδηγιες και προφυλάξεις, οι κίνδυνοι εξακολουθούν κυρίως στους χώρους όπου χρησιμοποιούνται ιοντίζουσες ακτινοβολίες, όπου υπάρχουν πυρηνικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής και χώροι βιομηχανικών και ερευνητικών εφαρμογών.

Για την ουσία του προβλήματος

Για τους επαναστάτες μαρξιστές, πέραν των προηγουμένων, βασικό ζήτημα είναι ο κεντρικός έλεγχος των ενεργειακών πόρων. Όσο η παραγόμενη ενέργεια ελέγχεται κεντρικά από τις εταιρείες του κράτους και του ιδιωτικού τομέα, δεν είναι δυνατόν να πραγματωθεί ο βασικός στόχος της πολιτικής του οικολογικού κινήματος για την ενεργειακή αυτονομία των πολιτών και των κοινοτήτων, καθώς δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την κοινωνία των ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών. Το αίτημα για ενεργειακή αυτονομία των πολιτών και των κοινοτήτων, που συμπυκνώνεται στο αίτημα για εργατικό έλεγχο στα συστήματα παραγωγής και διανομής ενέργειας, είναι το βασικό μεταβατικό αίτημα σε αυτή τη φάση του «Ύστερου Καπιταλισμού».
Παρά τις προσπάθειες παρουσίασης της πυρηνικής ενέργειας ως ενός είδους ενέργειας φιλικής προς το περιβάλλον (εφόσον δεν συνεισφέρει στην αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου) και παρά τους πυρηνικούς σχεδιασμούς των γειτονικών προς την Ελλάδα χωρών, εμμένουμε στο «όχι στην πυρηνική ενέργεια», εφόσον κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και ενόσω παραμένει άλυτο από τεχνικής πλευράς το πρόβλημα της διάθεσης των πυρηνικών αποβλήτων ‒ με όλες τις συνέπειες που αυτό έχει.